Ο συνομιλητής της δεν κάθησε στην καρέκλα αμέσως, πήρε μια βαθιά ανάσα, ίσιωσε το βλέμμα του μπροστά και μετά από μισό λεπτό είπε αφηρημένα σαν να απευθυνόταν στο κενό: Αυτός δεν πηγαίνει ποτέ πουθενά. Η δική του πό­λη δεν έχει όνομα. Η διεύθυνση του δεν έχει δρόμους, δεν έχει αριθμού. Ήθελε και κάτι άλλο να προσθέσει, μα σταμάτησε.
Κάτι άρχισε να λέει εκείνη, ότι γενικά στην Αμερι­κή οι άνθρωποι δε δένονται με τα έπιπλά τους, αλλάζουν εύκολα διακόσμηση. Ύστερα τόνισε επίμονα πως είχε έναν ακατανόητο φόβο γι’ αυτό το ταξίδι, μιαν αγωνία, αυ­τή που είχε ταξιδέψει σ’ όλο τον κόσμο με το αεροπλά­νο και δεν είχε ποτέ της κανένα πρόβλημα, ότι στο χώρο, το σπίτι της Βοστόνης, ήθελε να αναβάλει την αναχώρηση της, όμως γρήγορα αντιλήφθηκε ότι ε­κείνος δεν την πρόσεχε, κάτι είχε σφηνωθεί στο μυαλό του, σαν να ταξίδευε αλλού.
Το τείχος της σιωπής ανάμεσα τους μια έπεφτε, μια υψωνόταν. Κάθε παύση άφηνε κάτι μετέωρο κι έριχνε πιο βαθιά τον ένα στο μαγνητικό πεδίο του άλλου.

One thought on “Η τρόικα και ο Σαμαράς αλλάζουν τα έπιπλα”

  1. Δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο οι άνθρωποι να δένονται με τα έπιπλά τους. Κι εγώ είμαι πολύ δεμένη με τα δικά μου. Δεν μπορώ να τα αποχωριστώ. Είναι τόσο όμορφα 🙂

Comments are closed.